Είναι αποδεκτό να κλέβουμε το κράτος όταν νιώθουμε ότι μας κλέβει και εκείνο; Αυτό είναι το δίλλημα που αντιμετωπίζει η Κλαούντια, μια νεαρή συντηρήτρια αρχαιοτήτων που καταφέρνει να τα βγάζει πέρα χάρη στη σύνταξη της γιαγιάς της, καθώς η αρμόδια δημόσια υπηρεσία καθυστερεί να την πληρώσει.
Όταν η γιαγιά της ξαφνικά εγκαταλείπει τον μάταιο τούτο κόσμο, η χρεοκοπία τής χτυπάει την πόρτα, οπότε η Κλαούντια, με τη βοήθεια του προσωπικού της, «παγώνει» τη γιαγιά, προκειμένου να συνεχίσει να εισπράττει τη σύνταξή της, μέχρις ότου το κράτος τής καταβάλει αυτά που της οφείλει.
Όταν η λύση για όλα τα προβλήματα της Κλαούντια αρχίζει να αχνοφαίνεται, ο Σιμόνε Ρέτσια, ο πιο άφθαρτος - και ίσως λίγο αδέξιος - αξιωματικός της οικονομικής αστυνομίας, την ερωτεύεται παράφορα.
Κάπου ανάμεσα σε έξυπνες παρανοήσεις, μεταμφιέσεις και παρεξηγήσεις, η ιδιαίτερη απάτη της Κλαούντια θα αρχίσει να «λιώνει» κάθε λεπτό που περνάει σαν μια γιαγιά που ξεπαγώνει στον ήλιο.
Όταν η γιαγιά της ξαφνικά εγκαταλείπει τον μάταιο τούτο κόσμο, η χρεοκοπία τής χτυπάει την πόρτα, οπότε η Κλαούντια, με τη βοήθεια του προσωπικού της, «παγώνει» τη γιαγιά, προκειμένου να συνεχίσει να εισπράττει τη σύνταξή της, μέχρις ότου το κράτος τής καταβάλει αυτά που της οφείλει.
Όταν η λύση για όλα τα προβλήματα της Κλαούντια αρχίζει να αχνοφαίνεται, ο Σιμόνε Ρέτσια, ο πιο άφθαρτος - και ίσως λίγο αδέξιος - αξιωματικός της οικονομικής αστυνομίας, την ερωτεύεται παράφορα.
Κάπου ανάμεσα σε έξυπνες παρανοήσεις, μεταμφιέσεις και παρεξηγήσεις, η ιδιαίτερη απάτη της Κλαούντια θα αρχίσει να «λιώνει» κάθε λεπτό που περνάει σαν μια γιαγιά που ξεπαγώνει στον ήλιο.