Η ισπανική σειρά «The Mess You Leave Behind» (ή καλύτερα «El Desorden Que Dejas»), έφτασε γρήγορα και με άνεση στo Νο.1.
Μετά την επιτυχία του «La Casa de Papel» και του «Elite», το ελληνικό κοινό φαίνεται να εμπιστεύεται τους Ισπανούς σε σειρές που έχουν σασπένς. Ο δημιουργός του «Elite» λοιπόν, Carlos Montero, παρουσιάζει μια σειρά μιας σεζόν με 8 επεισόδια γεμάτη από δαύτο.
Μια καθηγήτρια λογοτεχνίας βρίσκεται νεκρή στα νερά μια λίμνης. Η αντικαταστάτρια της που μόλις έχασε την μητέρα της και προσπαθεί να φτιάξει μια νέα ζωή στην πόλη καταγωγής του συζύγου της, βρίσκει μια κοινωνία γεμάτη σκοτεινά μυστικά. Παθαίνοντας εμμονή με την Βιρούκα, την νεκρή καθηγήτρια, προσπαθεί να φέρει στο φως τις συνθήκες που οδήγησαν στον θάνατό της.
Η σειρά κάνει σωστά όλα αυτά που πρέπει. Τοποθετεί την ιστορία σε μια μικρή πόλη της Γαλικίας, που έχει όλα τα χαρακτηριστικά μιας επαρχιακής μεσογειακής πόλης. Το κυριότερο από αυτά είναι η «ομερτά» των κατοίκων της. Ο ένας βοηθά τον άλλον και τα προβλήματα αποσιωπώνται ή λύνονται μεταξύ των ντόπιων. Όταν ένας «ξένος» έρχεται και χώνει την μύτη του, κανείς δεν θέλει να βοηθήσει. Ακόμα κι αν αυτός έχει δίκιο.
Η παράλληλη αφήγηση της ιστορίας της Βιρούκα και της Ρακελ είναι ίσως το πιο δυνατό κομμάτι της σειράς. Για 8 επεισόδια παρακολουθούμε τις δυο γυναίκες να ακολουθούν σχεδόν τα ίδια μονοπάτια, να κάνουν τα ίδια βήματα και με μαθηματική ακρίβεια να βαδίζουν προς το ίδιο τέλος. Υπάρχει όμως μια ειδοποιός διαφορά μεταξύ τους: η πρόθεση. Και είναι αυτή που φέρνει στο τέλος την ανατροπή.
Μπορεί η σειρά να κάνει όλα όσα πρέπει, να έχει σασπένς και να κρατά το μυστήριο και τους δράστες καλά κρυμμένα μέχρι και λίγο πριν το τέλος της. Ωστόσο έχει ένα κακό. Δεν σε πείθει. Δεν σε πείθει σε καμία στιγμή για την σοβαρότητα της κατάστασης, δεν σε πείθει για τον κίνδυνο, δεν σε πείθει ότι ανά πάσα στιγμή θα συμβεί κάτι τρομερό. Κάθε φορά που θέλει να μας δείξει ότι η Ρακέλ κινδυνεύει, επιστρατεύει ένα αυτοκίνητο που την ακολουθεί και όταν εκείνη γυρίζει να το κοιτάξει, εκείνο επιταχύνει και φεύγει.
Αν εξαιρέσεις πάλι τον νεαρό Ιάγκο, που κατά διαστήματα σου βγάζει την αγωνία του για αυτά που βιώνει, υπάρχει γενικά μια ανεξήγητη χαλαρότητα στους χαρακτήρες που δεν φαίνεται να είναι αποτέλεσμα της υποτιμητικής συμπεριφοράς που έχουν από την αρχή οι νττόπιοι για την αντικαταστάτρια που φτάνει στην πόλη. Μπορεί λοιπόν η σειρά να μην έχει κενά ούτε στην αφήγηση, ούτε στο πλήθος των χαρακτήρων, αλλά σου δίνει συνεχώς την εντύπωση μιας άνευρα εκτελεσμένης ιστορίας.
Αν αξίζει να τη δείτε; Φυσικά. Δεν είναι σε καμία περίπτωση αδιάφορη. Ίσα – ίσα. Σε βάζει σε διαδικασία να θεωρείς τους πάντες ύποπτους και ένοχους, αποκαλύπτοντας παράλληλα τις δυο ιστορίες, του παρελθόντος και του παρόντος, χωρίς να δώσει κανένα στοιχείο για την καθεμία, πριν σιγουρευτεί ότι συνεχίζουν να βαδίζουν ξανά παράλληλα. Κι αυτό σίγουρα χρειάζεται μαεστρία.
Σαν ερμηνεία δεν μπορούμε να ξεχωρίσουμε κάποια. Ίσως να είναι αυτό που ευθύνεται για το άνευρο αίσθημα του πράγματος. Αν πρέπει να ξεχωρίσουμε κάποια αυτή είναι του 23χρονου Arón Piper, αν και αυτή έχει σκαμπανεβάσματα.
Το πιο πιθανό είναι να την δείτε σε 1-2 ημέρες. Γιατί η σειρά έχει όλα αυτά που πρέπει για να σε κρατήσει μέχρι την ολική αποκάλυψη του μυστηρίου. Μάλλον το μοναδικό της μειονέκτημα είναι ότι εγκλωβίζεται στα πρέπει που της επιτάσσει το είδος της και δεν αφήνει τα δικά της θέλω να συγκλονίσουν πρώτα την ίδια και έπειτα τον θεατή. Είναι όμως μια καλή και τίμια επιλογή.
Comment without Hesitation!